ΜΠΑΡΑ ΜΕΝΟΥ

30 Ιουλίου 2019



ΒΙΟΣ
 ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ
ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ

Εὐλόγησον Πάτερ.


Οὐτος ὁ θαυμάσιος ἐγεννήθη μὲν εἰς τὴν Συρίαν, ἧτο ὅμως ἐνάρετος ἐκ νεότητος, φεύγων τὰς ἐπιβλαβεῖς ὁμιλίας τῶν ὁμιλίκων αὑτοῦ, καὶ ἀνεγίνωσκε καθ’ ἑκάστην τὰς ἱερὰς βίβλους τῶν Γραφῶν, μελετῶν καὶ σπουδάζων ἐν αὐταῖς ἐνδελεχῶς, καὶ ῇσθάνετο τοσαύτην γλυκύτητα, ὥστε ἥρμοζεν αὐτῷ τὸ ῥητὸν ἐκεῖνο τοῦ Προφήτου, ὅστις ἔλεγε πρὸς τὸν Κύριον, «Πόσον γλυκεῖς εἶναι οἱ λόγοι σου εἰς τὸν οὐρανίσκον μου, εἶναι ὑπὲρ τὸ μέλι εἰς τὸ στόμα μου». Διὰ τοῦτο κατώρθωσε πάσας τὰς ἀρετὰς ὁ μακάριος, νηστείαν, λέγω, ἀγρυπνίαν, χαμευνίαν, χρηστότητα, ἀκτημοσύνην, πρᾳότητα καὶ τὰ αὐταῖς συνακόλουθα, ἐξαιρετώτερα δὲ τὴν ἄσυλον ταπεινοφροσύνην, ἥτις θανατοῖ τοὺς δαίμονας' δὲν ἦτο δὲ καὶ ἄμοιρος γραμμάτων, ἀλλὰ σοφὸς διδάσκαλος, καθὼς φαίνεται εἰς τὰ θαυμάσιά του συγγράμματα, διὰ τῶν ὁποίων διδάσκει ἡμᾶς ἔτι καὶ νῦν παρακαλῶν καὶ συμβουλεύων, ὅθεν δι᾿ αὐτοῦ ὀρθοτομοῦμεν τὸν εὐσεβῆ λόγον τῆς πίστεως, καὶ πρὸς ᾶπόκτησιν τῆς ἀρετῆς ἐγειρόμεθα πρόθυμοι, καὶ ἐξόχως πρὸς τὴν χρηστομίμητον καὶ πολυτίμητον ἀγάπην πρὸς τὸν Θεὸν καὶ πρὸς τὸν πλησίον, διὰ τὴν ὁποίαν κατέβαλλε τοσαύτην σπουδὴν καὶ ἐπιμέλειαν ὁ θαυμάσιος, ὥστε πάντες ἐθαὐμαζον αὐτόν.

29 Ιουλίου 2019

Ο 'Αγιος Μάμας





Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΜΑΣ


Μάρτυρες οἱ γονεῖς του

 Εικόνα του Αγίου Μάμαντος από την Κύπρο. Ὁ "Αγιος Μάμας κατήγετο ἀπὸ τὴν πόλι Γάγγρα τῆς Παφλαγονίας. Γεννήθηκε δὲ τὸ 260 μ.Χ. Ὁ πατέρας του λεγότανε Θεόδοτος κι’ ἡ μητέρα του Ρουφίνα. "Ο "Αγιος Βασίλειος, ὁ ὁποῖος ἔγραψε τὸν βίον του κι’ ὁ “Αγιος Γρηγόριος, ὁ Θεολόγος, μᾶς λέγουν, ὅτι ὁ πατέρας του ἦταν βοσκός. Ἐκ τῆς στάσεως ὅμως τοῦ ἐπάρχου τῆς Γάγγρας ᾿Αλεξάνδρου πρὸς τὸν 'Αγιον Μάμαντα, πρέπει νὰ συμπεράνωμε, ὅτι μᾶλλον οἱ γονεῖς του ἦσαν Πατρίκιοι, εἶχαν δηλ. καὶ κάποια θέσι ἀνωτέρα στὴν κοινωνία. Εἶχαν τὸν τίτλον τοῦ Πατρικίου. ᾽  
  Ἐκεῖνο, ποὺ διέκρινε τοὺς Χριστιανοὺς γονεῖς τοῦ “Αγίου, ἦταν ὁ ζῆλος κι᾽ ὁ ἄσβεστος πόθος γιὰ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. Δὲν μποροῦσαν νὰ μένουν βουβοὶ καὶ νὰ κρύβουν τὸ φῶς, τὴ στιγμὴ, ποὺ οἱ ἄλλοι συνάνθρωποί τους βάδιζαν στὸ πηχτὸ σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρείας Ἐκήρυτταν μἐ πάθος τὸ Εὐαγγέλιο καὶ πολλούς ἀνθρώπους ἔφερναν στὸ φῶς τῆς θεογνωσίας. Σὰν τὰ διψασμένα ἐλάφια οἱ ἄνθρωποι ἔτρεχαν να ἀκούσουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ ὰπὸ αὐτούς. Επίστευαν, μετανοοῦσαν κι᾽ ἐβαπτίζοντο πολλοί.