
Παναγία Εκατονταπυλιανή
Σύμφωνα με την παράδοση αιώνων κτήτορες του ναού της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής, είναι οι Άγιος Κωνσταντίνος και Αγία Ελένη. Η σημερινή μορφή του ναού αποτελεί την ιουστινιάνεια εκδοχή του, όπως τον αποκατέστησε στα χρόνια μεταξύ 1959-1966 ο αρχαιολόγος Αναστάσιος Ορλάνδος, οι έρευνες του οποίου απέδειξαν ότι στο χώρο υπήρχε πρότερος του 6ου αι. ιερός χριστιανικός ναός, επιβεβαιώνοντας έτσι την παράδοση ότι η Εκατονταπυλιανή ιδρύθηκε από τους ισαποστόλους.
Ο ναός αυτός ωστόσο καταστράφηκε κατά ένα πολύ μεγάλο μέρος του, πιθανότατα εξαιτίας πυρκαγιάς, και ανακατασκευάστηκε επί Ιουστινιανού, κατά τη διάρκεια του 6ου αι.
Μέχρι την έναρξη των εργασιών αναπαλαίωσης, το 1959, ο ναός είχε δεχτεί αναρίθμητες παρεμβάσεις και επιδιορθώσεις, που είχαν αλλοιώσει τον αρχικό του χαρακτήρα, καθώς οι καταστροφές που υπέστη, κατά τη διάρκεια των αιώνων, δεν είχαν τελειωμό: είτε από τις ορδές των κατακτητών και των πειρατών, είτε από τους καταστροφικούς σεισμούς του 1773.
Εξάλλου και ο κατάλευκος, επιβλητικός περίβολος ύψους 8,5 μέτρων και περιμέτρου 252 μέτρων είχε προστατευτικό χαρακτήρα απέναντι στις κάθε είδους επιδρομές, και χρονολογείται από την εποχή της φραγκοκρατίας.

Εκτός από τα παρεκκλήσια κόσμημα για το ναό αποτελεί το αρχαιότερο σ’ ολόκληρη την ορθόδοξη Ανατολή σωζόμενο βαπτιστήριο, του 4ου αι, που αποτελεί και μια ισχυρή απόδειξη για την ύπαρξη του ναού εκείνη την περίοδο, όταν οι βαφτίσεις περιορίζονταν στους ενηλίκους και δεν είχε ξεκινήσει ακόμα η βάπτιση των νηπίων, πρακτική που διαδόθηκε από τον 6ο αι. και εξής.

Κατά την αναπαλαίωση του ναού ο καθηγητής Ορλάνδος αποκάλυψε ένα Γυμνάσιο –γυμναστήριο- της ρωμαϊκής εποχής, με ένα θαυμάσιο δάπεδο με μωσαϊκό, το οποίο κοσμούν οι Άθλοι του Ηρακλή και το οποίο σήμερα έχει μεταφερθεί στην αυλή του Αρχαιολογικού Μουσείου της Πάρου, όπου φιλοξενούνται πάρα πολλά ακόμα κομμάτια, της κλασικής αλλά και της αρχαϊκής εποχής, όταν η Πάρος ευημερούσε, και τα οποία επί αιώνες φυλάσσονταν στα υπόγεια της Εκατονταπυλιανής.
Ίσως και να γλύτωσαν έτσι από τις χρήσεις που επεφύλαξαν οι κάτοικοι του νησιού ανά τους αιώνες σε άλλα αρχαιολογικά μνημεία, καθώς μια βόλτα και μερικές προσεκτικές ματιές αρκούν για να διαπιστώσει κάποιος σωρεία αρχαιολογικών μελών ενσωματωμένα σε τοίχους σπιτιών και βυζαντινών εκκλησιών.

Τελικά απεδείχθη ότι και οι δύο είναι έγκυρες και σχεδόν σύγχρονες μεταξύ τους καθώς τις πρωτοσυναντάμε σε κείμενα και επιστολές του ύστερου 15ου αι. την πρώτη και των μέσων του 16ου αιώνα τη δεύτερη.
ΟΙ ΘΡΥΛΟΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΑΤΟΝΤΑΠΥΛΙΑΝΗΣ
Οι ρίζες του ναού της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής ή Καταπολιανής χάνονται στο χρόνο. Πρόκειται για έναν από τους παλαιότερους τόπους λατρείας της νέας θρησκείας, που η παράδοση θέλει να χτίστηκε, κατά τη διάρκεια του 4ου αι. από την Αγία Ελένη ή, κατά άλλους, από το Μεγάλο Κωνσταντίνο, ο οποίος εκπλήρωσε το τάμα της μητέρας του.

Τότε ήταν, σύμφωνα με το θρύλο, που η Αγία Ελένη έκανε τάμα μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, να χτίσει ένα μεγαλύτερο και λαμπρότερο ναό στη Χάρη της, αν κατάφερνε να βρει το Σταυρό του Μαρτυρίου.
Ωστόσο ο ναός-τάμα της Αγίας Ελένης καταστράφηκε κατά ένα πολύ μεγάλο μέρος του, πιθανότατα εξαιτίας πυρκαγιάς, και ανακατασκευάστηκε επί Ιουστινιανού, κατά τη διάρκεια του 6ου αι.
Όσον αφορά την ονομασία του Ναού Εκατονταπυλιανή ή Καταπολιανή, που προέρχεται από τον όρο «καταπόλα» και σημαίνει «κατά την πόλη», πιθανότατα «δείχνοντας» το σημείο όπου βρισκόταν η αρχαία πόλη της Πάρου, μέχρι πρόσφατα που διαβάστηκαν νέες πηγές, οι γνώμες διίστανταν για το ποια από τις δύο ήταν γνήσια και παλιότερη.
Τελικά απεδείχθη ότι και οι δύο είναι έγκυρες και σχεδόν σύγχρονες μεταξύ τους καθώς τις πρωτοσυναντάμε σε κείμενα και επιστολές του ύστερου 15ου αι. την πρώτη και των μέσων του 16ου αιώνα τη δεύτερη.
Ωστόσο σήμερα η επίσημη ονομασία του Ναού είναι Εκατονταπυλιανή, η οποία με τη σειρά της συνδέετε με έναν όμορφο θρύλο: "Ενενήντα εννέα φανερές πόρτες έχει η Καταπολιανή. Η 100η είναι κλειστή και δεν φαίνεται. Θα φανεί η πόρτα αυτή και θα ανοίξει, όταν οι Έλληνες πάρουν την Πόλη"…
Ένας ακόμη θρύλος, τραγικός και αιματηρός αυτή τη φορά, συνδέεται με τη μεγάλη Μνημειακή Πύλη, που τοποθέτησε στη βόρεια πτέρυγα του Ιερού Προσκυνήματος, λίγα μέτρα πιο πέρα από το παρεκκλήσι της Αγίας Θεοδοσίας, ο καθηγητής Ορλάνδος, κατά τη διάρκεια της αναπαλαίωση της Εκατονταπυλιανής.
Μέχρι τότε η μεγάλη αυτή μνημειακή πύλη βρισκόταν στην κεντρική πύλη του νάρθηκα του μεγάλου ναού. Τη λαϊκή φαντασία θέριεψαν οι δυο ανάγλυφες ανθρώπινες μορφές, που βρίσκονται στις κυβοειδής βάσεις, όπου στηρίζεται ένα μαρμάρινο πολυτελές διάκοσμο, αποτελούμενο από δύο κολώνες, πάνω στις οποίες στηρίζεται ένα αέτωμα με γείσο και ανθέμιο στην κορυφή.
Σύμφωνα με το λαϊκό θρύλο, την ιουστινιάνεια εκδοχή της Εκατονταπυλιανής έχτισε ο πρώην βοηθός του πρωτομάστορας της Αγιά Σοφιάς, ο Ιγνάτιος. Όταν ο μαθητής ολοκλήρωσε το έργο του κάλεσε το δάσκαλο του για να το θαυμάσει. Ωστόσο ο φθόνος τρύπωσε στην καρδιά του πρωτομάστορα μόλις αντίκρισε το αριστούργημα του Ιγνάτιου.

Στην πραγματικότητα οι δυο μορφές δεν έχουν την παραμικρή σχέση ούτε με την Αγιά Σοφιά ούτε με την Εκατονταπυλιανή, καθώς είναι πολύ παλιότερες. Πρόκειται για δύο σατύρους, που αποσπάστηκαν από κάποιο αρχαίο ιερό του Διονύσου, όπως και τόσα άλλα αρχαιολογικής αξίας αρχαία μέλη.Εξάλλου δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πρόκειται για έναν αρκετά διαδεδομένο θρύλο στην ελληνική επικράτεια, τον οποίο συναντάμε π.χ. με κάποιες μικρές παραλλαγές στην Παναγία την Παρηγορίτισσα της Άρτας, ενώ εξίσου διαδεδομένη ήταν η λαϊκή δοξασία, ότι για να στερεώσει ένα μεγάλο κτίσμα έπρεπε να ποτιστεί με αίμα, και κυρίως να θυσιαστεί άνθρωπος στα θεμέλια του.Ένα έθιμο το οποίο παραμένει ενεργό μέχρι τις μέρες μας, καθώς δε νοείται να χτιστεί ένα καινούργιο σπίτι χωρίς να σφαχτεί κοκόρι στα θεμέλια του.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου